Π.ΚΥΠΑΡΙΣΣΗΣ
Η ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΣΤΟΝ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΛΟΓΟ
Στη γλωσσική επικοινωνία υπάρχει θεατρική παρουσία εκ του ότι ο διάλογος αποτελεί εξ’ ορισμού θεμελιακή αναγκαιότητα της τέχνης του θεάτρου.
Η λέξη, τεκτονική μονάδα του λόγου, έχει εικόνα, ρυθμό και θερμοκρασία.
Άλλωστε η αρχική μορφή του γραπτού λόγου ήταν εικονιστική. Συνεπώς το πέρασμα στη λέξη προϋποθέτει την εικόνα και μάλιστα όχι ως φωτογραφικό στιγμιότυπο, αλλά εν δυνάμει σημαντική με πιθανή συνεπαγωγή χρόνου, τόπου και αιτίας.
Ας φανταστούμε επί παραδείγματι το εικαστικό περιεχόμενο αλλά και τη δραματικότητα που εκλύει η λέξη “ακροβάτης”: αγωνία της απόπειρας, αγωνία της διαδικασίας του θεάματος (ρυθμός, πλαστικότητα), αγωνία της πτώσης.
Αν δεχτούμε το θέατρο λογοκρατικό, και είναι τέτοιο, υπάρχει ειδολογική σχέση αναλογίας ανάμεσα σ’ αυτό και στην ποίηση, άρα ομοιότητες και αναλογίες στον τρόπο που φέρονται τα φορτία. Είναι και η ποίηση και το θέατρο “κλειστοί” χώροι που καταγράφουν φυσικές συγκεντρώσεις μέσα από μία ειδική θέαση του κόσμου.
Σπάζουν κατά κανόνα τη φυσική σύνταξη και καταγίνονται με τη σύνθεση σπαραγμένων εικόνων σ’ ένα μοντάζ, σε μια δομή που αποτελεί τους νευρικούς άξονες της πρόθεσής τους.
Θα μιλούσαμε για δυο “ματιές” με κοινό λεκτικό τόπο που η κάθε μια βεβαίως ορίζει εξαντλητικά την οργανικότητα της λειτουργίας της.
Η θεατρική πράξη προϋποθέτει την ενότητα χώρου και χρόνου ενώ η ποίηση όχι, ή όχι κατ’ ανάγκην, διότι λειτουργεί ελεύθερα και υπαινικτικά.
Στην ποίηση το συγκινησιακό περιεχόμενο εκφράζεται εν κρυπτώ ίσως, ωστόσο με σχήμα θεατρικό, υποδηλώνοντας μορφώματα, πρόσωπα και καταστάσεις. Κάνει χρήση μιας συγκεκριμένης κάθε φορά εικονοποίιας, επενδύοντας στις λέξεις που συνθέτουν ένα εικαστικό γίγνεσθαι, για να περάσει από το ειδικό στο γενικό.
Βρίσκει αντικειμενικές συστοιχίες που θα αποτελέσουν το φορέα της ιδέας και του συναισθήματος. Συνεπώς υπάρχει ή συνάγεται μύθος συμβατικά ή υπερβατικά από συνειρμούς και συνδηλώσεις.