Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

Ριζίτικο τραγούδι (Ομίλια)

     
 « Η ασφαλέστερη αφετηρία και το στερεότατο θεμέλιο  κάθε  δημιουργίας της ελληνικής τέχνης, είναι το δημοτικό τραγούδι» γράφει ο Πολίτης.
      Το δημοτικό τραγούδι , είναι    ιερή κληρονομιά-  παρακαταθήκη-, πιστοποίηση  ομοιογένειας και ζωντάνιας της φυλής μας.
        Είναι ο καθρέπτης  της ψυχής των απλοϊκών κατοίκων της επαρχίας,  με διάφανα   την  : ευαισθησία, πνευματικότητα, παλικαριά και χαρακτήρα τους.
           Τα Δημοτικά  τραγούδια  έχουν μια  αδιάσπαστη και αδιάφθορη συνέχεια  από την αρχαιότητα  μέχρι σήμερα.
        Το αρχίνημα  τους  βρίσκεται  πολύ μακριά σε βάθος χρόνου,  και η ποικιλία τους πλατειάζει: Θρησκευτικά, ακριτικά, κλέφτικα, αγάπης, γάμου, ξενιτιάς, χιουμοριστικά,  παιδικά νανουρίσματα κ. ά. Έχουν δικό τους μέτρο, ξέχωρη  μελωδία στην εκτέλεσή τους και χαρακτηρίζονται από  αρμονική ντοπιολαλιά.
        Ανάμεσά τους, οι μαντινάδες,  οι ρίμες, και   τα ριζίτικα  που   είναι τα κύρια τραγούδια της Κρήτης.
       Πανέμορφα τα στοιχεία τους που θυμίζουν Όμηρο, Πίνδαρο αρχαίους λυρικούς, με πληθώρα κοσμητικών επιθέτων, παρομοιώσεων,  μεταφορών, εικόνων, αλληγοριών κλπ. 
        Μαντινάδες: τρόπος ζωής αλλά και έκφρασης συναισθημάτων. Τραγουδιούνται από άνδρες  και γυναίκες  με συνοδεία οργάνου( λύρα- βιολί-ταμπούρλο κ.ά.)   γέννημα της Ανατολικής Κρήτης και ειδικά των Νομών Ηρακλείου- Λασιθίου, και αποτελούνται από   δύο ομοιοκατάληκτους στίχους.
      « Μη χάνεις το  κουράγιο σου και την υπομονή σου,
         αγώνα  κίνησε σκληρό κι η νίκη είναι δική σου»
      Ρίμες: σ’ αυτές ακουμπά το  φιλότιμο του απλού χωρικού  της Κρήτης. Είναι  «συνδυασμός παράδοσης της έμμετρης  λαϊκής χρονογραφίας με  την παράδοση του Ερωτόκριτου». Τραγουδιούνται σε ολόκληρο το νησί  με συνοδεία οργάνου. Η κάθε ρίμα αποτελείται από  πολλούς συνήθως ομοιοκατάληκτους στίχους, με αφηγηματική μορφή και είναι
        επώνυμη· μάλιστα οι  ριμαδόροι (εκτελεστές) συνηθίζουν να υπογράφουν τις συνθέσεις τους όπως:
     «Βιτσέντζος είναι ο ποιητής και στη γενιά Κορνάρος» υπογράφει ο δημιουργός του «Ερωτόκριτου» 
       Άλλο:
       « είμ΄ο Χαράλαμπος  Χαβρές , των  ποιητών ο άσσος.
         είμ΄ο Χαράλαμπος Χαβρές , πολλά τραγούδια  βγάνει
         και κατοικεί  και βρίσκεται  στου Μπαμπαλή το χάνι» 
        «Ολόγλυκο’ ναι το κρασί  που πίνω στο ποτήρι
            οι κοπελιές  χορεύγανε  μέσα  στο πατητήρι»
           « γλέντα  τραγούδιε χόρευγε όντε σου παίζει η    
            λύρα
             πριχού σε πάρει απ’ τη ζωή,  η μαύρη σου η    
           μοίρα»
        Τα ριζίτικα: είναι κυρίως  γέννημα της Δυτικής
        Κρήτης
       Την ονομασία τους   πήραν από τους ριζίτες όπως λέγονται οι κάτοικοι των χωριών που είναι κτισμένα  στις ρίζες των μεγαλύτερων βουνών του νησιού Λευκά Όρη (2454 μ. ύψ.) και  Ψηλορείτης  (2456 μ. ύ.) · υπάρχουν όμως  και άλλες εκδοχές  όπως :
        Το όνομά τους  το οφείλουν στην   αρχαία  Ριζήνια τα σημερινά Μεσκλά, ή το χρωστούν στον  τόπο καταγωγής  ( οι ρίζες μου).
        Όπως  όμως και να έχει,  τα Ριζίτικα είναι τραγούδια  των ορεινών χωριών των επαρχιών:   Σφακίων- Αποκορώνου- Σελίνου-Κυδωνίας- Κισάμου του νομού  Χανίων αλλά τα συναντούμε  και σε πολλά χωριά  της Κρήτης και ιδίως  στα Ρεθυμνιώτικα 
        χωριά του Ψηλορείτη και του Κέντρους
    To ξεκίνημα των ριζίτικων  είναι δύσκολο να
     προσδιοριστεί. Πιθανολογείται  η εποχή της
     Αραβοκρατίας στην Μεγαλόνησο.
     Το παλαιότερο ιστορικό  ριζίτικο  που έχει βρεθεί,
      είναι το τραγούδι της « στράτας» και αναφέρεται
      στην κατάληψη της Ανδριανούπολης από τους τούρκους το 1361
       « τα χελιδόνια  τση Βλαχιάς και τα πουλιά  τση Δύσης
     κλαίσιν αργά, κλαίσιν  ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι 
        κλαίσιν  την Ανδριανούπολη τη βαροκουρσεμένη
        όπου  την εκουρσέψανε…» 

      Ριζίτικα  τραγούδια  συναντούμε  και την περίοδο όπου η περιοχή μαστίζετο από τις επιδρομές των Σαρακηνών   στα βυζαντινά χρόνια.
        Χαρακτηριστικό  τραγούδι της περιόδου αυτής  που μας δίνει πλήρη εικόνα  της ζωής  την εποχή εκείνη και τις  αποκρούσεις  των Σαρακηνών από τους ακρίτες, είναι του  «μικρού Βλαχόπουλου»
         «Τρεις άρχοντες  κι ο Γιαννακής και το μικρό  Βλαχάκι
         Κάθουνταν τρων και πίνουνε  σε μαρμαρένια τάβλα,
         σε μαρμαρένια σε  χρυσή, σε παραχρυσωμένη…

          Επήγε το Βλαχόπουλο στη Βίγλα να βιγλίσει
          βλέπει  Τουρκιά  Σαρακηνούς κι  Αράπηδες  κουρσάρους
          οι κάμποι  επρασινίζανε  τα πλάγια κοκκινίζαν·»

        Έχουν καταγραφεί ριζίτικα που αναφέρονται στην  κατάληψη της Ρόδου  το 1522: 
     «Ούλες οι χώρες χαίρουνται κι ούλες καλήν καρδιά χουν,
     η  Ρόδος  η  βαριόμοιρη στέκει αποσφαλισμένη.
     Τρεις χρόνους τήνε πολεμούν στεριάς και του πελάγους
      κι οι πόρτες τση αραχνιάσανε και τα κλειδιά σκουριάναν.
      Μηνούν του πρωτομάστορα...»,

     Στην κατάληψη του Κάστρου όπως  λεγόταν τo
     σημερινό Ηράκλειο  το 1669 
«Κάστρο, και πού ν’ οι πύργοι σου και τα καμπαναριά
     σου,
     και πού ν’ οι αντρειωμένοι σου, τα όμορφα
      παλικάρια;»
Μα μένα οι αντρειωμένοι μου, τα όμορφα παλικάρια,
 η  μαύρη γης  τα χαίρεται...»
Το ποικίλο περιεχόμενό τους όπως και οι σκοποί τους, καλύπτει αισθήματα- γεγονότα- ομορφάδες - στενοχώριες κλπ.
 Τα ριζίτικα, ανάλογα  με τον χρόνο, τόπο και χρόνο  που
τραγουδιούνται,  χωρίζονται   σε κατηγορίες, με τις  πιο
βασικές  της  τάβλας  και της  στράτας.
 Της  τάβλας   (μακριά σανίδα – τραπέζι)   είναι εορταστικά και
τραγουδιούνται με αφορμή κάποιου γεγονότος. Το   ύφος τους
σοβαρό και  μεγαλόπρεπο. Οι  καλεσμένοι κάθονται στο τραπέζι
όπου ένας μόνος του   κάνει την αρχή τραγουδώντας  μια μισή
στροφή και σταματά για να την επαναλάβουν οι άλλοι όλοι μαζί.  Το
ίδιο επαναλαμβάνεται σε όλες τις στροφές Εξαίρεση αποτελεί το
ριζίτικο της τάβλας :
«Χίλια καλώς  το βρήκαμε  του φίλου μας το σπίτι,
 του φίλου του συντέκνου μας…(κουμπάρος)».

Με την απάντηση:
« Κι εμάς  καλώς  μας ήρθανε οι φίλοι, οι γι εδικοί μας,
οι φίλοι, οι σύντεκνοι  μας…»

Τα ριζίτικα της στράτας  (ο δρόμος), συνηθίζονταν  στη
συνοδεία της νύφης από το ένα χωριό στο άλλο και   τα
οποία  μπορούν να συνοδεύονται από μουσικό
όργανο(λύρα-βιολί-λαγούτο). Οι καλεσμένοι που
ακολουθούσαν περπατώντας  τραγουδούσαν όλοι μαζί με
επαναλήψεις των στροφών.
Εξαίρεση αποτελεί το ριζίτικο της στράτας μετά  την
τέλεση του μυστηρίου του γάμου από τους χωριανούς της
νύφης  που τη συνόδευσαν  στο νέο της χωριό.
 « Επήραμε την πέρδικα την πεντοπλουμισμένη
  κι  αφήκαμε τη γειτονιά σαν παραπονεμένη»

Ο χαιρετισμός τους  φεύγοντας:
 «΄Εχετε γεια βασιλικοί και βιόλες μυρισμένες
και κοπελιές ανύπαντρες κι εσείς  οι παντρεμένες…»

Και το αποχαιρετιστήριο των νέων χωριανών της  νύφης:
«Αμέτε (πηγαίνετε), φίλοι, στο καλό και στην καλή την ώρα
 και να γεμίσ’ η στράτα σας ντραντάφυλλα και ρόδα».
     Τα ριζίτικα, τραγουδιούνται από άνδρες. Δε χορεύονται, δε
      συνοδεύονται από  μουσικό όργανο (εκτός της στράτας). Ο ρυθμός
     τους είναι μακρόσυρτος  και αργός , με   ύφος  μεγαλόπρεπο.
       Οι τραγουδιστάδες  είναι σοβαροί- μαυροφορεμένοι
(μαυροπουκαμισάδες)- ακίνητοι στη θέση τους.

 Ακόμα την ώρα που τραγουδιούνται  στο ακροατήριο επικρατεί
απόλυτη ησυχία- τάξη ευπρέπεια- σεβασμός· δε μιλάνε- δεν  τρώνε-
δεν πίνουνε.
 Η σύνθεση  τους  επιτρέπει να διακρίνεται ο ρυθμικός τονισμός. Ένα
από τα χαρακτηριστικά του είναι η κλίμακα που έχει γραφεί, η συχνή
αλλαγή του χρόνου, η ποικιλία της αλλαγής, το χρώμα, το επιβλητικό
ύφος  κατά την εκτέλεση και η διδασκαλία τους    από μεγαλύτερους
σε ηλικία  τραγουδιστάδες. Όλα αυτά συνετέλεσαν   να μείνουν
αναλλοίωτα στο χρονοδιάβα δίχως ξένες επιρροές στη μελωδία τους.
   Τα περισσότερα είναι  15σύλλαβα, πεντάστιχα,
συνήθως ανομιοκατάληκτα,  μέτρο ιαμβικό, με  μουσική
και εσωτερική αρμονία.
Τραγουδώντας ριζίτικα  συνηθίζεται η επανάληψη
λέξεων  αλλά και φράσεων, όπως και παρεμβολή
άσχετων μονοσύλλαβων  κυρίως λέξεων   για να
συμπληρώνονται κενά ρυθμού  και να τονίζεται
περισσότερο το νόημα των στίχων.
Στα  δεκαεξάμετρα  η εκτέλεση τους είναι  μορφολογικά
κυκλική (  μια στροφή η οποία  αρχικά τραγουδιέται από
έναν και μετά επαναλαμβάνεται από τους άλλους της
ομάδας).
Τα λυπητερά είναι μελοποιημένα  σε  Δωρική κλίμακα,
ενώ όσα  είναι σε Λύδιο τρόπο, είναι αρρενωπά,
μεγαλόπρεπα  όπως το αγαπημένο και πιο διάσημο  «Πότε θα κάνει ξαστεριά» 
 Τα ριζίτικα τραγούδια  έκαναν συντροφιά στους αντάρτες που
βρίσκονταν  στις βουνοκορφές του Ψηλορείτη  και των
Λευκών Ορέων τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο·
 Οι ριζίτες ποτέ δε σταμάτησαν να συνθέτουν  τα
τραγούδια τους εκφράζοντας  τα συναισθήματα ,τα
βάσανα ,την παλικαριά τους.
Αλλά και οι σημερινοί μουσουργοί πλάθουν ριζίτικα
χωρίς να ξεφεύγουν  από την τεχνοτροπία των παλιών.
Περιορισμένο στις τοπικές κοινωνίες του το ριζίτικο,
άρχισε να καταγράφεται σιγά-σιγά δισκογραφικά από
παλιούς οργανοπαίχτες  ομαδικά ή κατά μόνας, δίχως  να
παραβλέπονται οι ιδιαιτερότητες και οι βασικές αρχές και
έτσι βγήκε  έξω από το νησί  και έγινε παγκόσμια
γνωστό.
Οι μαντινάδες, οι ρίμες και τα ριζίτικα  άρεσαν πολύ στον
Μεγάλο εθνάρχη  Ελευθέριο Βενιζέλο.
Σε ομιλίες, επαναστάσεις(Θέρισο), περιπάτους στη φύση,
τραπέζια, κρητικά γλέντια που ήταν παρών,
πρωτοστατούσε  με χορό και τραγούδι.
Αγαπημένό του  «Το τραγούδι του Διγενή»
 Από μαρτυρίες  στο τραπέζι που έκανε  όταν πήρε το
δίπλωμά του  τραγούδησε: 

«Σε ψηλό βουνό σε ριζιμιό χαράκι,
κάθετ’ έν’ αητός, βρεμένος, χιονισμένος ,ο καημένος
και παρακαλεί, τον ήλιο ν’ ανατείλει.
Ήλιε, ανάτειλε, ήλιε, λάμψε και δώσε,
για να λιώσουνε τα χιόνια απ’ τα φτερά μου
και τα κρούσταλλα απού τ’ ακράνυχά μου.
Ήλιε, ανάτειλε».
Επίσης συνήθιζε  όταν ήταν παρών  στο γεύμα που παρέθετε ο ιερέας
Του Αγίου Παντελεήμονα της Χαλέπας  μετά τον εκκλησιασμό.
να  τραγουδάει: 
Πότες θα κάμει ξεστεριά, να λιώσουνε τα χιόνια,
να πάρω το τουφέκι μου τ’ όμορφο μαλιχέρι,
να πάρω δίπλα τα βουνά, να βγω στον Ψηλορείτη,
να βρω μια πέτρα ριζιμιά, να διπλωθώ να κάτσω,
να παίξω πέντε μπαλωτές, ν’ ακούσει ούλη η Κρήτη,
νά ’ρθουν τα Κρητικόπουλα εκειά να ορκιστούμε,
για τη γλυκιά πατρίδα μας ούλα να σκοτωθούμε,
Πότες θα κάμει ξεστεριά.
Ο Γιάννης Παυλάκης  στο βιβλίο « Ριζίτικα» γράφει:
 « Τα ριζίτικα και οι ρίμες είναι σταλακτίτες και σταλαγμίτες
των σπηλαίων της Κρητικής ψυχής, είναι σταγόνες
αίματος της κρητικής καρδιάς, είναι αριστουργηματικά
κεντήματα του κρητικού λόγου, είναι ρόδα αμάραντα,
αγριολούλουδα ευωδιαστά της Κρητικής γης, είναι
αποκρυσταλλωμένα δάκρυα πόνου ή αγαλλίασης του
Κρητικού, είναι κάτοπτρα, που αντικατοπτρίζουν τις
αιώνιες ανθρώπινες αξίες, είναι μηνύματα και μαθήματα
ανθρωπιάς, είναι οάσεις γνήσιας και θαυμάσιας απόλαυσης
μέσα στην έρημο της απάνθρωπης, απρόσωπης και
σκυθρωπής εποχής μας».
                                         Κλειώ Λούμου-Μαρκάκη

                                                        Ομιλία Κέντρο Δικανικών Μελετών 8-1-2014



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.